Ορισμός
Πολυετής πόα που ανήκει στην οικογένεια της μέντας με προέλευση από τη Νότια Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική. Ονομάστηκε μελισσόχορτο, δηλαδή «Χόρτο της Μέλισσας» επειδή έλκει τις μέλισσες. Εναλλακτικά αποκαλείται μελισσοβότανο, μέλισσα, αγριομέλισσα και κιτροβάλσαμο. Υπάρχουν δύο υποείδη μελισσόχορτου: το είδος officinalis που είναι το γνωστό μελισσόχορτο και το είδος altissima που φύεται στη Νέα Ζηλανδία. Το τελευταίο είδος σε αντίθεση με το πρώτο δεν έχει άρωμα λεμονιού, αλλά άρωμα πούδρας ή φρούτου, ενώ μερικές φορές χαρακτηρίζεται ως άοσμο ή ακόμα και δύσοσμο. Το μελισσόχορτο έχει ύψος που κυμαίνεται από 20 εκατοστά έως 1,5 μέτρο. Τα φύλλα του που μυρίζουν λεμόνι είναι ωοειδή ή έχουν σχήμα καρδιάς και τα μικροσκοπικά άνθη του είναι λευκά ή κίτρινα και έλκουν τις μέλισσες. Για να ευδοκιμήσει χρειάζεται καλά στραγγισμένο πλούσιο έδαφος, με ph από 6 έως 7. Ο πολλαπλασιασμός του γίνεται με μοσχεύματα, παραφυάδες και σπόρο.
Αυτό το μελιγόνο φυτό χρησιμοποιείται στη μελισσοκομία, τη μαγειρική, την ποτοποιία και την παρασκευή καλλυντικών.
Χρησιμοποιούμενα μέρη
Φύλλα και ολόκληρο το φυτό.
Χρώμα
Πράσινο.
Ιστορία
Το μελισσόχορτο, το ιερό βότανο της Αρτέμιδος αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τους αρχαίους Έλληνες που το τοποθετούσαν στις κυψέλες για να προσελκύουν τα περιπλανώμενα σμήνη των μελισσών. Το χρησιμοποιούσαν ακόμα ως φάρμακο. Τις θεραπευτικές του ιδιότητες καταγράφει ο Διοσκουρίδης (1ος αιώνα μ.Χ), ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι μπορεί να επουλώσει τα τσιμπήματα του σκορπιού και τις δαγκωματιές των σκύλων, να απαλύνει τον πονόδοντο, ενώ παράλληλα είναι φάρμακο για την αρθρίτιδα. Το μελισσόχορτο αναφέρει ο Θεόφραστος το 300 π.Χ στο έργο του «Περί φυτών ιστορία».
Εκτός από τους αρχαίους Έλληνες και οι Ρωμαίοι γνώριζαν την ιδιότητα του φυτού να προσελκύει τις μέλισσες. Ο Ρωμαίος Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (1ος αιώνας μ.Χ) αναφέρει ότι το μελισσόχορτο κοντά σε κυψέλες κάνει τις μέλισσες να θέλουν επιστρέψουν.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη πιθανολογείται ότι διαδόθηκε περίπου το 10ο αιώνα.
Εξαιρετικά πλούσια είναι η ιστορία του μελισσόχορτου το Μεσαίωνα. Την περίοδο αυτή ο βασιλιάς Καρλομάγνος αναγνωρίζοντας την αξία του, διέταξε να αρχίσει η καλλιέργειά του στους κήπους των μοναστηριών. Οι μοναχοί δημιουργούσαν ποτά και αρώματα από μελισσόχορτο και το χρησιμοποιούσαν για την επούλωση των τραυμάτων.
Το 16ο αιώνα ο Ελβετός αλχημιστής Παράκελσος αναφέρει ότι το μελισσόχορτο είναι το ελιξίριο της ζωής που χαρίζει μακροζωία, ενώ σύμφωνα με την πρώτη αγγλόφωνη κλινική, η οποία ιδρύθηκε το 1696, τη London Dispensary, το ρόφημα κρασιού και μελισσόχορτου δρα προληπτικά κατά της φαλάκρας. Την ίδια εποχή, το 17ο αιώνα, οι Καρμελίτες καλόγεροι δημιούργησαν το περίφημο ρόφημα “Eau de melisse des Carmes”, το οποίο εμπεριείχε μεταξύ άλλων μελισσόχορτο. Έπιναν το ρόφημα αυτό για να ανακουφισθούν από τον πονοκέφαλο και για να αποκτήσουν μακροζωία. Παράλληλα χρησιμοποιούσαν το νερό των Καρμελιτών ως άρωμα.
Η μεγάλη απήχηση που είχε το μελισσόχορτο εκείνη την εποχή αντανακλάται και στο συγγραφικό έργο του Σαίξπηρ, όπου οι βασιλιάδες αλείφονται με μελισσόχορτο και το χρησιμοποιούν για να γίνουν πιο ευδιάθετοι. Στο έργο του περίφημου Άγγλου συγγραφέα αναφέρεται ακόμα ότι το βότανο χρησιμοποιείται στη χειροτονία των βασιλιάδων και χρησιμεύει ως γυαλιστικό των επίπλων και αρωματικό χώρου.
Στη Βόρεια Αμερική έφτασε μαζί με τους Ευρωπαίους αποίκους που το χρησιμοποιούσαν για οικιακές χρήσεις αλλά και στο φαγητό, το τσάι, το κρασί, τα καλλυντικά και τα φάρμακα.
Προέλευση
Μεσογειακές χώρες, Βόρεια Αφρική, Δυτική και Κεντρική Ασία, Βόρεια Αμερική και Νέα Ζηλανδία.
Γεύση
Γλυκιά λεμονάτη γεύση.
Χρήσεις
Στη μαγειρική συνδυάζεται με τις σούπες, το ψάρι, το κρέας, τα μαλακά τυριά, τα μανιτάρια και τα λεμονάτα.
Συνδυασμοί
Συνδυάζεται με
πιπέρι,
μπαχάρι,
φύλλα δάφνης,
δενδρολίβανο,
θυμάρι και
μέντα.