Ορισμός
Το μαγικό σουσάμι του Αλή Μπαμπά που ανοίγει τη σπηλιά με τα πλούτη στο παραμύθι «Ο Αλή Μπαμπά και οι 40 κλέφτες» δεν είναι άλλο από τους λευκούς, καφετί και μαύρους σπόρους ενός φυτού που κατάγεται από την τροπική Αφρική, Ινδία και Ινδονησία.
Πρόκειται για ένα ετήσιο φυτό με ύψος 1-2 μέτρα, το οποίο είτε έχει θαμνώδη ανάπτυξη είτε έχει απλό λεπτό βλαστό. Έχει οβάλ, τριχωτά, μακριά φύλλα, τα οποία εκπέμπουν μια εξαιρετικά δυσάρεστη μυρωδιά. Κατά μήκος του βλαστού εμφανίζονται λευκά, λιλά ή ροζ λουλούδια, τα οποία στη συνέχεια μετατρέπονται σε καρπούς όπου εσωκλείονται οι σπόροι.
Οι σπόροι είναι μικροί, οβάλ, επίπεδοι, γυαλιστεροί και εύπλαστοι επειδή εμπεριέχουν έλαιο. Όταν οι καρποί ωριμάζουν πλήρως, ανοίγουν και αποκαλύπτουν το περιεχόμενό τους.
Τα πασίγνωστα σποράκια του σουσαμιού με το ιδιαίτερο άρωμα και γεύση που θυμίζει καρύδι έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους στα πέντε σημεία του ορίζοντα. Χρησιμοποιούνται κατά κόρον στην κουζίνα της Κίνας και της Ιαπωνίας και στη Μέση Ανατολή αποτελούν συστατικό στο μίγμα μπαχαρικών και βοτάνων ζαχτάρ. Παράλληλα, «στολίζουν» και ενισχύουν γευστικά τα αμερικάνικα hamburgers και το κουλούρι Θεσσαλονίκης, το Πασχαλινό τσουρέκι και το ψωμί. Από τους συνθλιμμένους σπόρους του σουσαμιού παράγεται το ταχίνι και αυτό με τη σειρά του χρησιμοποιείται για την παρασκευή του χαλβά.
Ακόμα, από τους σπόρους εξάγεται το αρχαιότερο έλαιο, το σησαμέλαιο, το οποίο έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Το σησαμέλαιο είναι σχετικά σταθερό και ανθεκτικό στην οξείδωση και εν αντιθέσει με άλλα φυτικά έλαια δεν ταγγίζει εύκολα. Η δυνατή γεύση του σησαμελαίου είναι πολύ αγαπητή στους Ασιάτες που το χρησιμοποιούν στα stir-fries και μαζί με τσίλι, τζίντζερ, λάιμ και λεμονόχορτο σε dressings για σαλάτες.
Χρησιμοποιούμενα μέρη
Σπόροι.
Χρώμα
Κιτρινόλευκο, μαύρο, κόκκινο ή καφέ (σπανιότερα).
Ιστορία
Το σησάμι θεωρείται ένα από τα αρχαιότερα μπαχαρικά. Τα πιο παλιά στοιχεία που είναι καταγεγραμμένα σχετίζονται με ένα μύθο των Ασσυρίων, σύμφωνα με τον οποίο οι θεοί έπιναν κρασί φτιαγμένο με σουσάμι την προηγούμενη νύχτα πριν από τη δημιουργία του κόσμου.
Το 3000 πΧ οι Κινέζοι έκαιγαν σησαμέλαιο, το οποίο χρησιμοποιούσαν για το φωτισμό τους αλλά και ως μελάνι. Οι Βαβυλώνιοι έφτιαχναν ποτά και κέικ από σησάμι, ενώ οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν το σησάμι στην αρτοποιία. Χαρακτηριστικός είναι ο Αιγυπτιακός τύμβος του 2000 πΧ, στον οποίο απεικονίζεται ένας φούρναρης να ρίχνει σησάμι σε μία ζύμη. Οι αρχαίοι Έλληνες στρατιώτες έτρωγαν σησάμι για να πάρουν ενέργεια.
Το 17ου αιώνα έφτασε και στην Αμερική μαζί με τους Αφρικανούς σκλάβους και έγινε πολύ δημοφιλές και εκεί, αποτελώντας απαραίτητο συστατικό πολλών Νοτιοαμερικανικών πιάτων.
Προέλευση
Κεντρική Αμερική, Αφρική και Ασία (Ινδονησία, Ινδία, Κίνα).
Γεύση
Γεύση που θυμίζει καρύδι.
Χρήσεις
Ταιριάζει με το κοτόπουλο, τις σαλάτες, τα κουλουράκια και το ψωμί. Για ακόμα μεγαλύτερη τέρψη του ουρανίσκου προτείνουμε ελιόψωμο και ψητή φέτα με σουσάμι.
Συνδυασμοί
Συνδυάζεται άρτια με
μπαχάρι,
κάρδαμο,
κανέλα,
γαρίφαλο, σπόρους
κόλιανδρου,
τζίντζερ,
μοσχοκάρυδο,
πάπρικα, σουμάκ και
θυμάρι.