Ορισμός
Γένος ποωδών αρωματικών φυτών της οικογένειας των χειλανθών των εύκρατων περιοχών. Η λατινική ονομασία του φυτού «mentha» προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη «Μίνθη».
Το φυτό της μέντας έχει ύψος που φτάνει τα 50εκ. Το καλοκαίρι εμφανίζει λευκά ή μοβ ανθάκια, τα οποία σχηματίζουν ταξιανθία. Για να ευδοκιμήσει χρειάζεται πλούσιο υγρό έδαφος και θερμοκρασία περίπου γύρω στους 17° C. Ωστόσο αντέχει σε μεγάλο εύρος κλιματολογικών συνθηκών. Στην ελληνική φύση αυτοφύονται διάφορα είδη μέντας όπως η mentha piperita (μέντα η πιπερώδης), η μέντα η πουλέγιος (Mentha pulegium) που είναι γνωστή και με την ονομασία φλισκούνι, η μέντα η μικρόφυλλη, η μέντα η στρογγυλόφυλλη (αγριόδυόσμος), η πράσινη μέντα ή αλλιώς δυόσμος (Mentha viridis), η μέντα η άγρια, η μέντα η υδροχαρής και άλλα. Όλα τα είδη του γένους είναι πλούσια σε βιταμίνες C και Α και σε αιθέρια έλαια, που βρίσκονται στα φύλλα και τους βλαστούς. Η μέντα χρησιμοποιείται στη δημιουργία καλλυντικών, αποσυμφορητικών, ποτπουρί και εντομοκτόνων.
Χρησιμοποιούμενα μέρη
Φύλλα.
Χρώμα
Πράσινο σε διάφορους τόνους.
Ιστορία
Η μέντα, ένα από τα αρχαιότερα βότανα, αγαπήθηκε από διάφορους πολιτισμούς για το μοναδικά ευωδιαστό άρωμα της. Το φυτό φαίνεται ότι χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, καθώς έχουν βρεθεί σε Αιγυπτιακές πυραμίδες αποξηραμένα φύλλα μέντας που χρονολογούνται στο 1000 π.Χ.
Εκτός από τους Αιγύπτιους και οι Έλληνες είχαν σε περίοπτη θέση το φυτό. Έτριβαν το τραπέζι τους με μέντα προτού έρθουν οι καλεσμένοι για να το αρωματίσουν και δημιούργησαν μάλιστα και μύθο για αυτό. Σύμφωνα με το μύθο, ο Πλούτωνας αγάπησε μία νύμφη, τη νύμφη Μίνθη, γεγονός που προκάλεσε την ζήλια και την οργή της Περσεφόνης που τη μεταμόρφωσε σε φυτό.Τότε ο Πλούτωνας που δεν μπορούσε να της δώσει την αληθινή της μορφή, της έδωσε την ιδιότητα να μπορεί να γλυκαίνει τον αέρα κάθε φορά που την πατούν οι άνθρωπο με τα πόδια τους και συνθλίβονται τα φύλλα της και οι μίσχοι της. Έτσι, το φυτό ονομάστηκε μέντα από το όνομα της νύμφης Μίνθης.
Στην αρχαία Ρώμη τη χρησιμοποιούσαν σαν χωνευτικό και αρωμάτιζαν με αυτήν τα λουκάνικα και το κρασί.
Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα χρησιμοποιούσαν τη μέντα για τη λεύκανση των δοντιών και ως αρωματικό του χώρου. Λέγεται ότι ένας καλόγερος του 9ου αιώνα συγκεντρώνοντας στοιχεία για τη μέντα είπε ότι προτιμάει να μετρήσει τις σπίθες της φωτιάς σε ένα καμίνι παρά να απαριθμήσει τις διαφορετικές ποικιλίες μέντας.
Όταν έφτασαν οι Ευρωπαίοι άποικοι στην Αμερική έφεραν μαζί τους τη μέντα, με την οποία έφτιαχναν τσάι που χρησίμευε ως φάρμακο για τον πονοκέφαλο, την αϋπνία, την καούρα και τη δυσπεψία.
Προέλευση
Ευρώπη, Δυτική και Κεντρική Ασία, Βόρεια Αφρική (Αίγυπτος), Βόρεια Αμερική, Λατινική Αμερική και Αυστραλία. Οι χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή παγκοσμίως μέντας και προϊόντων που προέρχονται από αυτήν είναι οι ΗΠΑ, η Ινδία και η Κίνα. Αιθέριο έλαιο μέντας παράγουν κυρίως η Ινδία, η Κίνα και η Βραζιλία.
Γεύση
Θερμαντική και δροσιστική, πιπεράτη και αψιά γεύση. Η κλασική χαρακτηριστική γεύση της μέντας που είναι γνωστή σε όλους είναι αυτή της mentha piperita.
Χρήσεις
Στη μαγειρική η αγγλική σάλτσα μέντας ταιριάζει με το αρνί και το μοσχάρι. Χρησιμοποιήστε μέντα και αρωματίστε το ρύζι, τα λαχανικά, τις σαλάτες, τα ντρέσινγκς και τις μαρινάδες για τα θαλασσινά. Στην Τούρκικη κουζίνα αρωματίζεται με φρέσκα φύλλα μέντας το γιαούρτι και σε όλη τη Δυτική Ασία σερβίρεται κεμπάπ με μέντα. Η μέντα καταναλώνεται και ως ρόφημα που αποτελεί εθνικό ποτό της Τυνησίας και του Μαρόκο.
Συνδυασμοί
Συνδυάζεται με
τσίλι,
κύμινο,
δεντρολίβανο,
μαντζουράνα,
ρίγανη,
θυμάρι, θρούμπι,
φασκόμηλο και
μαϊντανό.