Ορισμός
Είδος άγριας ρίγανης με προέλευση από τη Μέση Ανατολή που ανήκει στην οικογένεια Lamiaceae, την οικογένεια της μέντας. Πρόκειται για ποώδες πολυετές ή διετές φυτό με ύψος που φτάνει τα 60 εκατοστά. Έχει μαλακά μικρά και χνουδωτά γκριζοπράσινα φύλλα που έχουν ευχάριστη μυρωδιά. Ανθίζει από τον Ιούλιο μέχρι το Σεπτέμβριο και βγάζει μικρά λευκά άνθη. Για να ευδοκιμήσει χρειάζεται ήπιο κλίμα, ηλιοφάνεια και έδαφος με σχετικά μεγαλύτερη υγρασία από αυτή που χρειάζεται η ρίγανη.
Χρησιμοποιούνται τα φύλλα της στη μαγειρική, για τη δημιουργία αφεψημάτων και για ιατρικούς σκοπούς. Από τα άνθη εξάγεται το έλαιό της που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και τη φαρμακευτική. Στην αγορά διατίθεται φρέσκια και αποξηραμένη, τριμμένη, ή σε κλαράκια.
Χρησιμοποιούμενα μέρη
Φύλλα, άνθη.
Χρώμα
Πράσινο σε διάφορους τόνους, λευκό (άνθη).
Ιστορία
Στην αρχαία Αίγυπτο ήρθε από την Ευρώπη την εποχή της δυναστείας των Πτολεμαίων (332-330 πΧ), περίοδο κατά την οποία καθιερώθηκαν οι προσφορές συγκεκριμένων βοτάνων μεταξύ των οποίων και μαντζουράνας προς τους Αιγύπτιους θεούς.
Οι αρχαίοι Έλληνες τη χρησιμοποιούσαν ως θεραπευτικό βότανο για τους μυϊκούς σπασμούς και ως αντίδοτο για το δηλητήριο. Τη χρησιμοποιούσαν ακόμα στην τελετή της ταφής, γιατί θεωρούσαν ότι έφερνε γαλήνη στις ψυχές των νεκρών. Το φυτό αναφέρουν ο Θεόφραστος, ο Διοσκουρίδης και ο Σωκράτης, ο οποίος τη χρησιμοποιούσε σαν αντισηπτικό. Ακόμα, τις διάφορες χρήσεις της αναφέρει ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος στο Βιβλίο του «Φυσική Ιστορία» (77 μΧ).
Το κατά τον Σαίξπηρ «σύμβολο της χάριτος» χρησιμοποιούνταν στην Αγγλία του 16ου αιώνα στη σαπωνοποιία και αρωματοποιία. Ακόμα, αρωμάτιζαν τους εσωτερικούς χώρους με μαντζουράνα και γυάλιζαν με τα φύλλα της τα έπιπλα δίνοντας τους μια γλυκιά ευωδία. Το 1629 ο Άγγλος Βοτανολόγος Parkinson αναφέρει ότι αρωμάτιζαν με μαντζουράνα τα παράθυρα των σπιτιών, τις τσάντες, τις πούδρες και το νερό, αλλά και ότι τη χρησιμοποιούσαν για φαρμακευτικούς λόγους.
Προέλευση
Βόρειος Αφρική, Ευρώπη, ΗΠΑ, Λατινική Αμερική και Ασία (Ινδία).
Γεύση
Έντονη, πικάντικη γεύση, γλυκύτερη από αυτή της ρίγανης.
Χρήσεις
Ταιριάζει σε κεφτέδες, κρέατα, σάλτσες, σούπες κοτόπουλου, αυγά, λαχανικά, ζυμαρικά, ομελέτες, πατάτες και ψάρια δίνοντας ένα πιο γλυκό ξεχωριστό άρωμα. Χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλα μυρωδικά για να αρωματίσει την περίφημη Κεφαλλονίτικη κρεατόπιτα, το ρολό μοσχάρι και άλλες αγαπημένες ελληνικές γεύσεις. Βάλτε τη στο φαγητό στο τέλος του μαγειρέματος για να μην χάσει το άρωμα της.
Συνδυασμοί
Συνδυάστε τη με
βασιλικό,
δάφνη, τσίλι,
σκόρδο,
ρίγανη,
πάπρικα,
πιπέρι,
δεντρολίβανο,
φασκόμηλο, θρούμπι και
θυμάρι.