Ορισμός
Μονοετές φυτό με πατρίδα τη Νότια Ρωσία και τη Δυτική Ασία. Το φυτό αυτό είναι μέλος της ίδιας οικογενείας στην οποία ανήκει ο μαϊντανός, το γλυκάνισο, το κόλιανδρο, το κύμινο και το αγριοκύμινο. Φτάνει το 1 μέτρο ύψος και έχει πολύ ιδιαίτερη, ντελικάτη όψη που θυμίζει λίγο μάραθο. Έχει ανοιχτοκίτρινα ανθάκια και οβάλ, καφετί σπόρους. Οι περισσότεροι σπόροι χωρίζονται στα δύο μετά τη συγκομιδή. Στην πλειοψηφία τους είναι επίπεδοι από τη μία πλευρά και κυρτοί από την άλλη.
Το άρωμα των σπόρων θυμίζει αγριοκύμινο επειδή στο αιθέριο έλαιο εμπεριέχεται μια ουσία που υπάρχει και στο αγριοκύμινο, η καρβόνη. Τα φύλλα έχουν καθαρό, ευωδιαστό άρωμα με νότες γλυκάνισου και λεμονιού.
Το συναντάμε στις περισσότερες εθνικές κουζίνες ανά τον κόσμο, αλλά είναι περισσότερο δημοφιλές στη Γερμανία, Ρωσία και στις Σκανδιναβικές χώρες. Εκτός από τις ποικίλες χρήσεις των φύλλων και των σπόρων στη μαγειρική, χρησιμοποιείται και το αιθέριο έλαιό του στη βιομηχανία τροφίμων, ποτοποιία και αρωματοποιία.
Χρησιμοποιούμενα μέρη
Φύλλα, σπόροι, άνθη
Χρώμα
Σκούρο πράσινο (φύλλα), καφετί-μπεζ (σπόροι) και κίτρινο (άνθη).
Ιστορία
Τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα άνηθου έχουν βρεθεί σε προϊστορικούς οικισμούς στην Ελβετία και τοποθετούνται χρονολογικά στην ύστερη Νεολιθική εποχή.
Το φυτό ήταν γνωστό και στην αρχαία Αίγυπτο. Κλωνάρια άνηθου έχουν βρεθεί και στην Αίγυπτο, στον τάφο του Αμένωφη ΙΙ, ενώ πάπυροι του 1500 π.Χ μιλούν για ένα φαρμακευτικό μίγμα που λειτουργεί ως παυσίπονο, το οποίο έχει ως συστατικό μεταξύ άλλων τον άνηθο.
Στην αρχαία Ελλάδα έφτιαχναν κρασί από άνηθο και του είχαν δώσει το όνομα «ανηθίτης οίνος». Ωστόσο, οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν το φυτό κυρίως ως φάρμακο. Θεωρούσαν ότι μπορεί να λειτουργεί ως υπνωτικό και για να κοιμηθούν εύκολα κάλυπταν τα μάτια τους με φύλλα άνηθου. Το χρησιμοποιούσαν ακόμα για τη παύση του λόξυγκα και έβαζαν καυτούς σπόρους άνηθου πάνω στις πληγές τους για να επιταχύνουν τη διαδικασία της επούλωσή τους. Ο Ιπποκράτης το ανέφερε σε μία συνταγή για ένα στοματικό διάλυμα και ο Διοσκουρίδης συνιστούσε ως φάρμακο για διάφορες ασθένειες ένα ρόφημα από αποξηραμένα φύλλα και σπόρους άνηθου.
Το άνηθο ήταν διαδεδομένο και στην αρχαία Ρώμη. Το κατανάλωναν οι μονομάχοι για να αποκτήσουν θάρρος και ανδρεία. Παράλληλα, το χρησιμοποιούσαν και ως φάρμακο. Ο Ρωμαίος γιατρός Γαληνός αναφέρει ότι έχει υπνωτική δράση και ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος γράφει για το άνηθο στο βιβλίο του «Φυσική Ιστορία».
Το Μεσαίωνα το έβαζαν στα ερωτικά φίλτρα και έφτιαχναν φυλαχτά από βλαστούς άνηθου για να προστατευθούν από τα μάγια. Ακόμα, εάν πίστευαν για κάποιον ότι του έχουν κάνει μάγια, του έδιναν να πιεί ένα μίγμα που εμπεριείχε άνηθο για να προστατευθεί από την κατάρα.
Προέλευση
Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Ρωσία), Αφρική (Αίγυπτος), Ασία (Ινδία, Κίνα) και ΗΠΑ.
Γεύση
Τα φύλλα έχουν ήπια γεύση που θυμίζει γλυκάνισο και μαϊντανό. Ομοίως και οι σπόροι θυμίζουν γλυκάνισο και έχουν ένταση και ζεστασιά στη γεύση που διαρκεί.
Χρήσεις
Ο άνηθος, βασικό συστατικό πολλών Σκανδιναβικών πιάτων, χρησιμοποιείται σε σαλάτες, φαγητά με ψάρι, σούπες, σάλτσες, πατάτες, κρέμες. Η γεύση του δένει αρμονικά με τη μαγειρίτσα, τα ντολμαδάκια και τις αγκινάρες.
Συνδυασμοί
Οι σπόροι του άνηθου συνδυάζονται με
μπαχάρι,
φύλλα δάφνης, σπόρους
σέλινου, μάραθου,
κόλιανδρου, σιναπόσπορους,
τσίλι,
κανέλα,
γαρίφαλο,
τζίντζερ και
πιπέρι. Τα φρέσκα φύλλα του άνηθου συνδυάζονται με
βασιλικό,
φύλλα δάφνης, φύλλα κόλιανδρου, φρέσκο μάραθο,
σκόρδο και
μαϊντανό.